- Θουκυδίδου
- Θουκυδίδηςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Dionysius of Halicarnassus — (Greek: Διονύσιος Ἀλεξάνδρου Ἁλικαρνᾱσσεύς, Dionysios son of Aléxandros, of Halikarnassós, c. 60 BC–after 7 BC) was a Greek historian and teacher of rhetoric, who flourished during the reign of Caesar Augustus. His literary style was Attistic… … Wikipedia
εξηγητής — ο (AM ἐξηγητής) [εξηγώ] ερμηνευτής («εξηγητής τών Γραφών») αρχ. 1. σύμβουλος, εισηγητής («ἐξηγητὴς γίνεται πρηγμάτων ἀγαθῶν», Ηρόδ.) 2. σχολιαστής («τὰ ὠβελισμένα οὐδενὶ τῶν ἐξηγητῶν ἔδοξε Θουκυδίδου εἶναι») 3. ξεναγός … Dictionary of Greek
πρόξενος — Άμισθος ή έμμισθος κρατικός υπάλληλος, ο οποίος εδρεύει μόνιμα στο έδαφος αλλοδαπού κράτους, με τη συγκατάθεση του τελευταίου, και έχει ως αποστολή να εξυπηρετεί τα συμφέροντα ή να διεκπεραιώνει υποθέσεις των πολιτών του κράτους που εκπροσωπεί ή… … Dictionary of Greek
φιλοθουκυδίδης — ὁ, ΜΑ θαυμαστής τού Θουκυδίδου. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + Θουκυδίδης] … Dictionary of Greek
Θάσος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Ποσειδώνα ή του βασιλιά της Φοινίκης Αγήνορα, και της Τηλέφασσας. Ενώ βρισκόταν σε αναζήτηση της Ευρώπης, ανακάλυψε τα μεταλλεία χρυσού και αργύρου του νησιού που αργότερα έφερε το όνομά του και ίδρυσε αποικία… … Dictionary of Greek
Θουκυδίδης — (Αλιμούς, Αττική 460; – 400; π.Χ.). Αθηναίος ιστορικός και στρατηγός του Πελοποννησιακού πολέμου. Ο πατέρας του, Όλορος, πιθανολογείται ότι ήταν απόγονος του ομώνυμου βασιλιά της Θράκης. Σε νεαρή ηλικία ο Θ. δέχτηκε την επίδραση της φιλοσοφίας… … Dictionary of Greek
Στησίμβροτος — Θάσιος συγγραφέας και σοφιστής, που έζησε στην Αθήνα στους χρόνους του Κίμωνα. Έγραψε εναντίον του Περικλή και άλλων δημοσίων αντρών. Σώζονται αποσπάσματα από το βιβλίο του Περί Θεμιστοκλέους και Θουκυδίδου και Περικλέους. Έγραψε επίσης και για… … Dictionary of Greek